φιγουρίνι

φιγουρίνι
το
(λ. ιταλ.)
1. εικονογραφημένο περιοδικό μόδας (συνήθως γυναικείας), που περιέχει υποδείγματα μοντέρνων φορεμάτων.
2. γυναίκα ωραία και κομψή, ντυμένη σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας: Μ' αυτό το φόρεμα είσαι φιγουρίνι.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • φιγουρίνι — το, Ν 1. εικονογραφημένο περιοδικό μόδας 2. μτφ. ωραία και κομψή γυναίκα, ντυμένη σύμφωνα με την μόδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < figurino (< figura, πρβλ. φιγούρα)] …   Dictionary of Greek

  • Φαλντέλα, Τζιοβάνι — (Faldélla, Σαλούτζια 1846 – 1928). Ιταλός συγγραφέας και πολιτικός. Άσκησε για μικρό χρονικό διάστημα το επάγγελμα του δικηγόρου, αλλά σύντομα αφιερώθηκε στη λογοτεχνία και στη δημοσιογραφία και ίδρυσε, το 1869, με τους φίλους του Καμεράνα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”